Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

H oπτασία

Αγναντεύοντας τον κόσμο
από το ανοιχτό παράθυρό μου,
Μια αιθέρια μορφή στέκει περήφανη
στο χείλος του μπαλκονιού.
Ο καταγάλανος μανδύας της ανεμίζει
χορεύοντας με τον άνεμο.
Αψηφώντας το ύψος.
Ο χρόνος της έμαθε να κρατάει πάντα το κεφάλι ψηλά.
Το πρόσωπό της χλωμό και συνάμα ασυνήθιστα εκφραστικό.
Θύμιζε άγαλμα νεοκλασικής περιόδου.
Κάποια αρχαία θεότητα.
Το βλέμμα της περιπλανιόταν
Πότε προς τον ξάστερο ουρανό
και πότε προς την πόλη.
Μια πόλη που καταβροχθίζει αχόρταγα τους κατοίκους της,
Στη μουντή γκρίζα φυλακή της.
Μια πόλη απρόσωπη.
Θύμα της παγκοσμιοποίησης.
Μια κοινωνία που καταρρέει.
Μέρα με τη μέρα.
Λεπτό με το λεπτό.
Ισοπεδώνοντας τα όνειρα των ανθρώπων.
Μια κοινωνία με κυβερνήτη το χρήμα,
όχι το όραμα.
Περιπλανώμενες φιγούρες δίχως κοινό σκοπό.
Υπνωτισμένες από τη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Τρέχουν να προλάβουν το τρένο της ζωής.
Όμως λίγοι θα καταφέρουν να κερδίσουν το χρυσό εισιτήριο.
Οι εναπομείναντες θα χαθούν στο λαβύρινθο του χρόνου.

Τώρα πια μια μάσκα πόνου
πήρε τη θέση της στο πρόσωπο της χλωμής νύμφης.
Για μια στιγμή ένα κρυστάλλινο δάκρυ
διέσχισε το πρόσωπό της.
Κλείνοντας τα μάτια,
αφήνει την άβυσσο του κενού να την καταπιεί.
Έγινε ένα με το μελαγχολικό τραγούδι του ανέμου.
Χάθηκε στη μαγεία της στιγμής.
Ενώθηκε με την πανδαισία των χρωμάτων του ουρανού.
Ατενίζοντας τον κόσμο
από το ανοιχτό παράθυρό μου,
τίποτε δε θα είναι πια το ίδιο.
Κι εμείς θα συνεχίσουμε το ταξίδι μας
σε αυτό το τρένο που ονομάζεται ζωή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου